Η
διαφορά απόδοσης μεταξύ
εταιρικών και κρατικών
ομολόγων στις Ηνωμένες
Πολιτείες συρρικνώθηκε
τον Οκτώβριο, φτάνοντας
στο χαμηλότερο επίπεδο
των τελευταίων δύο
δεκαετιών. Οι επενδυτές
προσανατολίζονται προς
ένα σενάριο «ήπιας
προσγείωσης» για την
αμερικανική οικονομία,
οδηγώντας το πρόσθετο
κόστος δανεισμού για
εταιρείες επενδυτικής
διαβάθμισης στις 0,83
ποσοστιαίες μονάδες, το
χαμηλότερο επίπεδο από
το 2005. Παράλληλα, το
spread
για δανειολήπτες υψηλής
απόδοσης έχει υποχωρήσει
στις 2,89 ποσοστιαίες
μονάδες, επίπεδο που δεν
είχε παρατηρηθεί από το
2007, σύμφωνα με την
ICE
BofA.
Η έντονη
δραστηριότητα των αγορών
ξεπέρασε την προηγούμενη
κορύφωση του 2021, καθώς
η ισχυρή ζήτηση από
επενδυτές επέτρεψε στις
επιχειρήσεις να μειώσουν
το κόστος δανεισμού
τους, ακόμα και πριν η
Ομοσπονδιακή Τράπεζα των
ΗΠΑ και άλλες κεντρικές
τράπεζες μειώσουν τα
επιτόκια. Σχολιάζοντας
την κατάσταση, ο
John
McAuley
της
Citigroup
τόνισε ότι «οι αγορές
λειτουργούν με πλήρη
δυναμικότητα και πέρα
από αυτήν». Μεγάλες
εταιρείες όπως η
AbbVie,
η
Cisco
Systems,
η
Boeing
και η
Home
Depot
βρέθηκαν στην πρώτη
γραμμή της αγοράς,
αντλώντας δισεκατομμύρια
δολάρια για εξαγορές ή
αναχρηματοδότηση χρέους.
Οι
τράπεζες σημειώνουν ότι
η ευνοϊκή συγκυρία με τα
στενά
spreads
και το φθηνό κόστος
χρηματοδότησης ώθησε
πολλές εταιρείες να
επισπεύσουν τις εκδόσεις
τους, προκειμένου να
διαχειριστούν τις
δανειακές τους ανάγκες
και να αντιμετωπίσουν
πιθανές μελλοντικές
αναταράξεις στις αγορές.
Επιπλέον, οι επενδυτές
ποντάρουν στη βελτίωση
των εταιρικών κερδών
λόγω των ευνοϊκών
φορολογικών πολιτικών.
Παρά τα
στενά
spreads,
το συνολικό κόστος
δανεισμού παραμένει
αυξημένο, με τις
αποδόσεις των εταιρικών
ομολόγων επενδυτικής
διαβάθμισης να
διαμορφώνονται στο 5,4%,
σε σύγκριση με το 2,4%
πριν από τρία χρόνια. Οι
υψηλότερες αυτές
αποδόσεις έχουν οδηγήσει
σε εισροές επενδυτικών
κεφαλαίων ύψους 170 δισ.
δολαρίων σε παγκόσμια
αμοιβαία κεφάλαια
εταιρικών ομολόγων το
2024, ποσό που αποτελεί
ιστορικό ρεκόρ, σύμφωνα
με την
EPFR.
Τραπεζίτες, όπως ο
Dan
Mead
της
Bank
of
America,
αναγνωρίζουν ότι το 2024
ήταν μια από τις πλέον
πολυσύχναστες χρονιές
για δανεισμό υψηλής
βαθμίδας, εκτός από την
περίοδο της πανδημίας.
Ωστόσο, παραμένει η
ανησυχία για πιθανή
επιβράδυνση της αγοράς,
αν τα
spreads
διευρυνθούν ξανά. Η
Maureen
O’Connor
της
Wells
Fargo
προειδοποιεί ότι η αγορά
δεν έχει τιμολογήσει
επαρκώς πιθανούς
καθοδικούς κινδύνους,
γεγονός που αυξάνει την
έκθεση σε
ιδιοσυγκρασιακούς
κινδύνους.
Με τη
δυναμική να παραμένει
ισχυρή, οι αναλυτές
αναμένουν ότι το 2025 θα
δώσει συνέχεια στη
δανειακή δραστηριότητα,
αν και το ενδεχόμενο
ανακατατάξεων ή μεγάλων
συγχωνεύσεων και
εξαγορών μπορεί να
επηρεάσει καθοριστικά
τις εξελίξεις.
|